Σε αργία τέθηκε χθες υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Διεύθυνσης Αντικατασκοπίας της ΕΥΠ, ο οποίος κατηγορείται για κατασκοπεία. Σύμφωνα με την εφημερίδα Το Βήμα, είναι η πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες που επιβάλλεται τέτοιου είδους πειθαρχική ποινή σε στέλεχος των μυστικών υπηρεσιών.
Η ποινική δίωξη για κατασκοπεία είχε ασκηθεί στον αξιωματούχο της ΕΥΠ στις 24 Ιουνίου του 2010 από τον εισαγγελέα Πρωτοδικών Δ. Πιέρρο. Σύμφωνα με την εισαγγελική διάταξη, το στέλεχος της ΕΥΠ κατείχε παρατύπως περισσότερα από 5.000 απόρρητα έγγραφα της ΕΥΠ «με σκοπό να τα παραδώσει σε ξένους αξιωματούχους», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο δικαστικό έγγραφο.
Τα απόρρητα στοιχεία είχαν βρεθεί σε φωριαμό μέσα στο γραφείο του, σε αιφνιδιαστικό έλεγχο που διενεργήθηκε τον Απρίλιο του 2010. Ανάμεσα στα έγγραφα που εντοπίστηκαν ήταν και εκατοντάδες πληροφοριακά δελτία της ΕΥΠ, αλλά και σειρά στοιχείων για έρευνες των μυστικών υπηρεσιών κυρίως σε γειτονικές χώρες. Επιπλέον υπήρχε ένας ογκώδης φάκελος που αναφερόταν σ΄ ένα δορυφορικό σύστημα εποπτείας των συνόρων, δεκαεπτά σελίδες από διαγωνισμό πρόσληψης στην ΕΥΠ στις 6 Μαρτίου του 2000, 114 διαγωνίσματα υποψηφίων για την ΕΥΠ, δελτία από τέσσερα ψυχομετρικά τεστ υποψηφίων και άλλα. Το διευθυντικό στέλεχος της ΕΥΠ τέθηκε σε αργία (με σημαντική μείωση του μισθού του) έως ότου τελεσιδικήσει η ποινική του υπόθεση. Από την πλευρά του, το στέλεχος της Α΄ Διεύθυνσης Κατασκοπείας αναφέρει ότι ο ίδιος ήταν ο συντάκτης των περισσοτέρων από τα έγγραφα που βρέθηκαν στην κατοχή του και δεν υφίσταται κανένα ζήτημα κατασκοπείας. Ακόμη αναφέρθηκε σε εσωτερικές σκοπιμότητες εντός της ΕΥΠ, αλλά και στο ότι ασκήθηκαν «άνωθεν πιέσεις» σε μέλη του Τριμελούς Πειθαρχικού Συμβουλίου της υπηρεσίας.
Σε μια άλλη εξέλιξη, ανασύρεται από το αρχείο το σκάνδαλο της υπόθεσης των τηλεφωνικών υποκλοπών, προκειμένου να επανεξετασθεί, με πεδίο διερεύνησης αυτή τη φορά το ενδεχόμενο στοιχειοθέτησης του μη παραγεγραμμένου κακουργήματος της διακεκριμένης κατασκοπίας. Ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών Ιωάννης Σακελλάκος έδωσε ήδη παραγγελία σε συνάδελφό του να μελετήσει από μηδενική βάση την ογκωδέστατη δικογραφία προς διαφορετική μάλιστα ποινική κατεύθυνση, ώστε να ξεπεραστεί ο σκόπελος της παραγραφής του πλημμελήματος της παραβίασης απορρήτου τηλεφωνικών συνδιαλέξεων.
Την ετεροχρονισμένη παρέμβαση της Δικαιοσύνης προκάλεσε σχετικό αίτημα της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο πρόεδρος της οποίας Μιλτιάδης Παπαϊωάννου είχε ζητήσει από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τέντε να ανασυρθεί από το αρχείο η υπόθεση και να διενεργηθεί περαιτέρω ανάκριση.
«Το έγκλημα των τηλεφωνικών υποκλοπών που διεπράχθη στη χώρα μας, σε δύο φάσεις, τον Αύγουστο του 2004 μέχρι τον Μάρτιο του 2005, αφορούσε ζητήματα της εθνικής μας ασφάλειας, βάναυσης καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών. Υπουργοί της προηγούμενης κυβέρνησης το είχαν χαρακτηρίσει κατασκοπεία εις βάρος της χώρας μας», ανέφερε μεταξύ άλλων στην επιστολή του προς τον ανώτατο εισαγγελικό λειτουργό ο κ. Παπαϊωάννου.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας έθετε επί τάπητος το γεγονός ότι στον πρώτο κύκλο των ανακρίσεων δεν ερευνήθηκαν ευθύνες των εμπλεκόμενων εταιρειών και δεν αξιολογήθηκαν κλήσεις και μηνύματα από και προς το εξωτερικό για τα 14 καρτοκινητά-σκιές, ενώ άφηνε και αιχμές για την προανακριτική και ανακριτική διαδικασία.
ΠΗΓΗ:http://www.strategyreport.gr/