Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Μαύρα Χριστούγεννα στη Μ. Ανατολή



Οι διωγμοί των Χριστιανών στο Ιράκ και το αδιέξοδο ενός πολέμου που ξεκίνησε ως Σταυροφορία εναντίον του εξτρεμιστικού Ισλάμ
Του Πετρου Παπακωνσταντινου
Επί δύο χιλιετίες, οι Χριστιανοί κατάφερναν να επιβιώνουν στην περιοχή όπου γεννήθηκε και άρχισε να διαδίδεται η πίστη τους. Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η αραβική κατάκτηση, η νίκη του Σαλαντίν, η αποτυχία των Σταυροφοριών, η Οθωμανική κυριαρχία, το μίσος για τη Δύση που συνόδευσε την πτώση της αποικιοκρατίας - όλες αυτές οι δοκιμασίες που έφερε στους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής η Ιστορία, δεν στάθηκαν ικανές να τους εξαφανίσουν.

Ο,τι δεν έγινε όμως μέσα σε είκοσι αιώνες, κινδυνεύει να γίνει μέσα σε λίγα χρόνια - ένα πραγματικό θρησκευτικό πογκρόμ σε μια εποχή που δοξάζει την πολυπολιτισμικότητα. Μάλιστα, ο κίνδυνος διαγράφεται περισσότερο άμεσος στο Ιράκ, τη χώρα που για ειρωνεία της τύχης «απελευθερώθηκε» από έναν Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος είχε κηρύξει «Σταυροφορία» εναντίον του ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Ο αμερικανικός Τύπος κάνει λόγο για «Εξοδο» ύστερα από την ένοπλη επίθεση σε εκκλησία της Βαγδάτης, στις 31 Οκτωβρίου, όταν έχασαν τη ζωή τους 51 πιστοί και δύο ιερείς, για να ακολουθήσει σειρά βομβιστικών επιθέσεων και επιλεκτικών δολοφονιών Χριστιανών. Οι New York Times παραλληλίζουν την εξέλιξη αυτή με την Εξοδο των Εβραίων από το Ιράκ, ύστερα από τη δημιουργία του ισραηλινού κράτους και τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948. Εκφράζουν δε την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι η θρησκευτική «κάθαρση» συντελείται κάτω από τα αδιάφορα βλέμματα του ιρακινού στρατού και των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Χριστιανοί και αριστεροί
Από τις πρώτες μέρες της αραβικής αφύπνισης, που έφερε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και μέχρι το τέλος του εικοστού αιώνα, οι διανοούμενοι των χριστιανικών μειονοτήτων έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην αραβική Αριστερά. Ο λόγος είναι απλός: Καθώς το να είσαι ταυτόχρονα Αραβας και Χριστιανός προκαλούσε κρίση ταυτότητας, η κοσμική Αριστερά προσέφερε ένα ασφαλές ιδεολογικό καταφύγιο, απ' όπου μπορούσες να πολεμάς τον κοινό εχθρό, τους Δυτικούς αποικιοκράτες, χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται για το θρήσκευμά σου.
Τα παραδείγματα αφθονούν: Από ορθόδοξη, χριστιανική οικογένεια της Παλαιστίνης προερχόταν ο Ζορζ Χαμπάς (1926-2008), ο οποίος μάλιστα συνήθιζε να ψέλνει στην εκκλησία όταν ήταν παιδί, για να γίνει αργότερα ηγετικό στέλεχος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) και ιδρυτής του μαρξιστικού Λαϊκού Μετώπου (PFLP), μετά την άλωση της PLO από τον Γιασέρ Αραφάτ. Καθολικοί Χριστιανοί ήταν οι γονείς του Ναγιέφ Χαουάτμι, ο οποίος ίδρυσε και παραμένει μέχρι σήμερα ηγέτης του επίσης μαρξιστικού Δημοκρατικού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (DFLP). Από τη χριστιανική κοινότητα προερχόταν και ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Λιβάνου Ζορζ Χαουί, ο οποίος δολοφονήθηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στη Βηρυτό, το 2005.
Ο ιδρυτής του Μπάαθ
Ωστόσο, ο Χριστιανός ο οποίος επρόκειτο να ασκήσει τη μεγαλύτερη επιρροή στον πολιτικό χάρτη του αραβικού κόσμου ήταν ο Σύρος Καθολικός Μισέλ Αφλάκ (1910-1989). Γεννημένος στη Δαμασκό, από Ορθόδοξη χριστιανική οικογένεια, ίδρυσε το 1945 το κόμμα Μπάαθ, κάτω από τη σημαία του παναραβικού εθνικισμού. Με ισχυρές οργανώσεις στη Συρία και το Ιράκ, το Μπάαθ είχε ως στόχο να ενώσει «όλους τους Αραβες, από τον Περσικό Κόλπο μέχρι τον Ατλαντικό Ωκεανό», ανεξαρτήτως θρησκείας, σε ένα σύγχρονο, χειραφετημένο έθνος.
Αυτό το προοδευτικό όραμα δεν άντεξε στη δοκιμασία της Ιστορίας, όπως έδειξε η διάσπαση ανάμεσα στο ιρακινό και το συριακό Μπάαθ και η επικράτηση αυταρχικών καθεστώτων και στις δύο χώρες. Αν μη τι άλλο, όμως, απέμεινε ο κοσμικός, εκσυγχρονιστικός χαρακτήρας των δύο καθεστώτων - της Συρίας του πατρός Ασαντ και του Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν, στο οποίο ένας Χριστιανός, ο Ταρέκ Αζίζ, έγινε υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της χώρας. Το γεγονός ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις η ηγετική ελίτ προερχόταν από μια θρησκευτική μειονότητα (οι Ασαντ ήταν Αλεβίτες σε μια Συρία όπου κυριαρχούσαν οι σουνίτες και ο κύκλος του Χουσεΐν σουνίτες σε ένα κατά πλειοψηφία σιιτικό Ιράκ) βοήθησε την προσέγγισή της με το χριστιανικό στοιχείο.
Ο πόλεμος του Μπους
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο νεώτερος κήρυξε πόλεμο στον Σαντάμ Χουσεΐν με υπόρρητες θρησκευτικές αναφορές στο «Κακό» και (αστήρικτες) κατηγορίες για διασυνδέσεις με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό της Αλ Κάιντα. Ασφαλώς, ο Μπους δεν επεδίωξε να φέρει την καταστροφή στις χριστιανικές μειονότητες του Ιράκ, των οποίων την ύπαρξη δεν είναι βέβαιο, άλλωστε, ότι γνώριζε. Ωστόσο, αυτό ακριβώς κατάφερε, σε μια τυπική εκδήλωση «ετερογονίας των σκοπών»: Διαλύοντας τον κοσμικό στρατό του Σαντάμ, άφησε ανοιχτό το έδαφος για τις παραστρατιωτικές οργανώσεις των σουνιτών και των σιιτών, οι οποίες, όταν δεν σφάζονται μεταξύ τους, εξοντώνουν Χριστιανούς. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός του Ιράκ, Νούρι αλ Μαλικί, ενθάρρυνε το κυνήγι μαγισσών με τη δικαστική απόφαση για απαγχονισμό του Ταρέκ Αζίζ, που προκάλεσε διεθνή κατακραυγή.
Το αποτέλεσμα είναι αποκαρδιωτικό: Σύμφωνα με την Υψηλή Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, οι Ιρακινοί Χριστιανοί, ενώ αντιπροσωπεύουν μόλις το 3% του πληθυσμού, αντιστοιχούν στο 20% των προσφύγων που ξεριζώθηκαν από τη χώρα τους. Πού βρίσκουν άσυλο αυτοί οι δυστυχισμένοι άνθρωποι; Κατά πρώτο λόγο στη Συρία, που «υποστηρίζει την τρομοκρατία» κατά την Ουάσιγκτον, ή στον Λίβανο, όπου η Χεζμπολάχ έχει συγκροτήσει συμμαχία με το χριστιανικό κίνημα του στρατηγού Μισέλ Αούν ή ακόμη και στο Ιράν, όπου οι Χριστιανοί εξακολουθούν να απολαμβάνουν κάποιων εγγυήσεων ανεξιθρησκείας. Ποιος θα το έλεγε ότι ο «Αξονας του Κακού» θα αποδεικνυόταν περισσότερο φιλικός απέναντι στους Χριστιανούς της περιοχής από τους συμμάχους της χριστιανικής Αμερικής…

Η συρρίκνωση των κοινοτήτων
Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι χριστιανοί αντιπροσώπευαν περίπου το 20% του συνολικού πληθυσμού της Μέσης Ανατολής. Σήμερα, το ποσοστό έχει μειωθεί στο 5%, με προοπτική την περαιτέρω συρρίκνωσή του. Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν σ’ αυτή τη δυναμική: η μείωση των γεννήσεων στις χριστιανικές οικογένειες, η μετανάστευση πολλών χριστιανών –που προέρχονται, κατά κανόνα, από πιο εύπορα και μορφωμένα στρώματα– στη Δύση προς αναζήτηση καλύτερης τύχης, η Εξοδος λόγω του φόβου που προκαλεί η άνοδος του ισλαμικού φονταμενταλισμού, οι εμφύλιοι πόλεμοι και τα θρησκευτικά πογκρόμ. Σε χονδρικές γραμμές, η κατάσταση σήμερα διαμορφώνεται ως εξής:
Λίβανος: Οι χριστιανοί υπολογίζεται ότι εκπροσωπούν σήμερα περίπου το ένα τρίτο, έχοντας ξεπεραστεί προ πολλού από τους σιίτες. Ωστόσο, το σύνταγμα της χώρας, προϊόν της γαλλικής αποικιοκρατίας, τους αναθέτει προεξάρχοντα πολιτικό ρόλο, αφού ο πρόεδρος του Λιβάνου προέρχεται υποχρεωτικά από αυτούς. Η σύμπραξη του χριστιανού Μισέλ Αούν με τη σιιτική Χεζμπολάχ διέσπασε το ενιαίο μέτωπο των χριστιανών, που παραδοσιακά συμμαχούσαν με το Ισραήλ.
Αίγυπτος: Οι χριστιανοί υπολογίζονται στο 15% του πληθυσμού και η επικρατέστερη μερίδα του είναι οι Κόπτες, οι οποίοι παίζουν σημαντικό ρόλο στο εμπόριο, αν και αντιμετωπίζουν διακρίσεις στη δημόσια διοίκηση. Τα τελευταία χρόνια, εκδηλώνονται επιθέσεις από ακραίες, φονταμενταλιστικές ομάδες ισλαμιστών.
Συρία: Με χριστιανικό πληθυσμό που πλησιάζει το 10%, η Συρία προσφέρει τις μεγαλύτερες εγγυήσεις ανεξιθρησκείας. Στη Δαμασκό υπάρχουν, αναλογικά με τον πληθυσμό, περίπου όσες χριστιανικές εκκλησίες βρίσκει κανείς και στη Ρώμη, ενώ σε ορισμένα χριστιανικά χωριά γίνονται λειτουργίες στην αραμαϊκή, τη γλώσσα που μιλούσαν στα χρόνια του Χριστού.
Ισραήλ - παλαιστινιακά εδάφη: Περίπου το 20% του πληθυσμού του Ισραήλ είναι Άραβες και εξ αυτών το 10% είναι χριστιανοί. Υφίστανται σοβαρές διακρίσεις και προβλήματα, που δεν απορρέουν από τη θρησκευτική, αλλά από την εθνοτική - παλαιστινιακή τους ταυτότητα. Στη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, οι Χριστιανοί υπολογίζονται στο 2,5%, συγκεντρωμένοι κυρίως στη Ραμάλα και τη Βηθλεέμ, όπου εκπροσωπούν μεγάλο μέρος της διανόησης.
Ιράκ - Ιράν: Ο χριστιανισμός στο Ιράκ σήμερα εκπροσωπεί μόνο το 3% του πληθυσμού, έχοντας μειωθεί στο μισό από την έναρξη του πολέμου, το 2003. Στο Ιράν, οι χριστιανοί (κυρίως Αρμένιοι) εκτιμώνται σε 400.000 και εκπροσωπούνται στη Βουλή, αν και υφίστανται διακρίσεις στη δημόσια διοίκηση.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: ΕΔΩ και ΕΔΩ

το είδα εδώ