“Τα «παγκόσμια συνέδρια», τα συμβούλια των «εκκλησιών» και το κατάντημα των ορθοδόξων να συμπροσεύχονται με καταδικασμένους αιρετικούς”
Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής ΙΕ΄ Ματθαίου (Β΄ Κορ. δ΄ 6-15 )
Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. & Κονίτσης (e-mail: ioil.konitsa@gmail.com)
|
Συμπροσευχή σε συνεδρίαση του ΠΣΕ στην Κρήτη |
Για την θαυμαστή ζωή της πίστεως μας κάνει λόγο μεταξύ των άλλων ο Απόστολος. Μια ζωή λουσμένη, εμπνευσμένη και καθοδηγούμενη από το φως της χάριτος του Χριστού! Και αυτή η ανέκφραστη ζωή, χαρίζει την θαυμαστή γνώση του Θεού η οποία είναι ένας πραγματικός θησαυρός με ανεκτίμητη αξία. Ένας θησαυρός εμπιστευμένος στα οστράκινα σκεύη.
Σ' εμάς δηλ. τους πήλινους και αδύναμους ανθρώπους. Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι τα θαυμαστά και εκπληκτικά της πίστεώς μας, δεν είναι δικά μας. Δεν προέρχονται από εμάς τους ιδίους, αλλά από την παντοδύναμη χάρη του Τριαδικού Θεού!
Πόσο εναργώς ο παγκόσμιος Απόστολος, υπογραμμίζει την αλήθεια αυτή: «ίνα η υπερβολή της δυνάμεως η του Θεού και μη εξ' ημών»!
«Υπερβολή δυνάμεως»! Μια φράση που όσοι αρνούνται την αγάπη και τη δύναμη του Θεού, είναι εντελώς αδύνατον να την εννοήσουν και να την αποδεχθούν.
Βεβαίως, στην συνέχεια το κείμενο κατά τρόπο που μας κόβει την ανάσα, καταγράφει το τι περνούσαν οι Άγιοι Απόστολοι για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού: «πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες». Μια περιγραφή στην οποία ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν την ύπαρξή μας. Όταν μάλιστα συνειδητοποιήσουμε ότι η πραγματικότητα της Αποστολικής ζωής ήταν περισσότερο αγωνιστική και μαρτυρική, απ' όσα ελάχιστα από ταπείνωση καταγράφει ο Παύλος στους Κορινθίους, τότε αρχίζουμε να εννοούμε κάπως, τι θα πει αγάπη Θεού και πόλεμος εναντίον του εχθρού και των πλανεμένων οργάνων του.
Αλλά, ταυτοχρόνως μεταφέροντας τον αποστολικό ζήλο στη δική μας ζωή, στη δική μας προσωπικότητα, συνειδητοποιούμε ότι δεν μπορεί να βεβαιώσει κανείς εύκολα για τον εαυτόν του ότι είναι Χριστιανός.
Να λοιπόν το μεγάλο ερώτημα που δεν θα πρέπει να μας αφήνει ήσυχους: «Είμαστε Χριστιανοί»;
Μια επιπόλαιη ματιά «εις εαυτούς και αλλήλους», κάνει τον καθένα να πιστέψει ότι δεν χρειάζεται να τίθενται καν τέτοιου είδους ερωτήματα, αφού το πλείστον των συνανθρώπων μας αποδέχονται τον Θεό...
Αλλά και πάλι αμείλικτο το ερώτημα, ως αδέκαστος κριτής ορθώνεται μπροστά στη συνείδησή μας: «Είμαστε Χριστιανοί»; Χριστιανοί βεβαίως, όχι όπως εννοεί και ερμηνεύει τον όρο και την ερώτηση ο κόσμος, αλλά όπως αναπτύσσει το θέμα του ο Απόστολος και όπως βάσει των εντολών του Θεού μας θέλει ο ίδιος ο Θεός.
Αδελφοί μου, ας «προσγειωθούμε» κατ' αρχάς, και ας γίνουμε ειλικρινείς με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Όταν μεγάλες μορφές της εκκλησίας μας, και μάλιστα στο τέλος της επιγείου ζωής τους θέτουν τέτοιο ερώτημα, όταν οι Άγιοι εκλιπαρούν το έλεος του Θεού, και όταν επιτέλους ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος θεωρεί τον εαυτόν του «ως έκτρωμα», τότε καταλαβαίνουμε εμείς ότι ούτε καν μπορούμε να θέτουμε το παραπάνω ερώτημα. Το ερώτημα από την άποψη ότι όσο περισσότερο πλησιάζει κανείς προς τον προβολέα, τόσο και περισσότερο μεγαλώνει ο ίσκιος του. Δηλ. όσο περισσότερο προσεγγίζουμε τον Ιησού, τόσο κα περισσότερο πρέπει, θα πρέπει να αισθανόμαστε τις ελλείψεις και τις αδυναμίες μας.
Και αυτά μεν για τα εσωτερικά του εαυτού μας. Να περάσουμε τώρα και στην έκφραση της Ορθής Πίστεως που χρειάζεται να δείχνουμε προς το στενό αλλά και ευρύτερο περιβάλλον; Το περιβάλλον, τόσο το φιλικό, όσο και το εχθρικό του Χριστού; Αλήθεια, τι θα διαπιστώσουμε; Αλλ' ας προχωρήσουμε λίγο περισσότερο έχοντας τώρα μπροστά μας το Αποστολικό κάτοπτρο.
Ω, θα τρομάξουμε και σύγχυση ίσως να καταλάβει την καρδιά μας. Κρίνεται όμως απολύτως αναγκαίο τούτο, αφού άλλωστε και προς το σκοπό αυτό εγράφη ο Θεόπνευστος λόγος του Θεού.